Powered By Blogger

Κυριακή 23 Απριλίου 2017

Η νέα παιδαγωγική

Η νέα Παιδαγωγική Ν.Καζαντζάκης


Θέμα : Οι αναμνήσεις του  συγγραφέα από την πρώτη μέρα στο σχολείο και τη συμπεριφορά του δασκάλου.
Περίληψη: ο αφηγητής θυμάται την πρώτη μέρα στο σχολείο. Με ανάμεικτα συναισθήματα και τη συνοδεία του πατέρα του πήγε στο σχολείο όπου γνώρισε το δάσκαλο με τη βίτσα. Ο πατέρας του τον παρέδωσε σε εκείνον δίνοντάς του την άδεια να τον δέρνει για να τον κάνει σωστό άνθρωπο. Ο αφηγητής θυμάται πως ο δάσκαλος ήθελε να εφαρμόσει νέες μεθόδους χωρίς όμως να εγκαταλείψει τον αυταρχισμό και την βίαιη συμπεριφορά. Χτυπούσε χωρίς έλεος τους μαθητές του. Ο αφηγητής υπήρξε θύμα του και έζησε μια τραυματική εμπειρία.  Έλεγε συχνά στους μαθητές του να του φέρνουν διάφορα τρόφιμα –δήθεν για να τα χρησιμοποιήσει στο μάθημα- και τα κρατούσε για τον εαυτό του.

Δομή
1η ενότητα: «Με τα μαγικά πάντα μάτια … κι έδειξε τη βίτσα». Πλαγιότιτλος: Οι πρώτες εντυπώσεις από το σχολείο και το δάσκαλο.
2η ενότητα: «Από το δημοτικό … ας φέρει βούτυρο». Πλαγιότιτλος: Ο δάσκαλος της τέταρτης τάξης και η Νέα Παιδαγωγική.

Αφήγηση
Ο  αφηγητής αφηγείται σε  πρώτο πρόσωπο και συμμετέχει στην ιστορία αυτή ως πρωταγωνιστής.
Αφηγητής και πρωταγωνιστής είναι το ίδιο πρόσωπο (Ομοδιήγηση, πρωτοπρόσωπη αφήγηση).
Το κείμενο είναι αυτοβιογραφικό αλλά ο αφηγητής αφηγείται γεγονότα που έζησε ως παιδί σε  ώριμη ηλικία. Η ώριμη προοπτική του δίνει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει με χιούμορ και ειρωνεία  όσα έζησε ως παιδί.

Αφηγηματικές τεχνικές
Αφήγηση , Περιγραφή ,διάλογος.

Τόπος: το δημοτικό σχολείο στο Ηράκλειο της Κρήτης. Χρόνος: αναδρομή στο παρελθόν.

Γεγονότα και πρόσωπα
Οι σχέσεις του παιδιού με την μητέρα και τον πατέρα, οι αντιλήψεις του πατέρα για το ρόλο του δασκάλου.
Η πρώτη μέρα και η ομιλία του δασκάλου προς τους μαθητές.
 Ένα κωμικό επεισόδιο με την αθώα ερώτηση του μαθητή και την βίαιη αντίδραση του δασκάλου.
Η πονηρία και το συμφεροντολογικό πνεύμα του δασκάλου.

Χιούμορ: κάρφωσα τα μάτια μου.. φορούσε καπέλο, δεν θωράς μωρέ τα πόδια του, Πού είναι κυρ δάσκαλε η νέα Παιδαγωγική;
Ειρωνεία: Μας είχε έλθει … άρχισε να βγάζει λόγο.
Γλώσσα: απλή δημοτική με λέξεις του κρητικού ιδιώματος: σφαγάρι, περφάνια, θωράς κά.
Ύφος απλό, λαϊκό, ελαφρά ειρωνικό με στοιχεία χιουμοριστικά.
Εκφραστικά μέσα:
 παρομοιώσεις: σαν ένα σφαγάρι, σαν κρανία.
Μεταφορές΅μαγικά μάτια, μυαλό γεμάτο μέλει και μέλισσες, τα μάτια μας τέσσερα, έδεσα κόμπο την καρδιά μου.
Προσωποποίηση: Πού είναι η Νέα Παιδαγωγική, γιατί δεν έρχεται στο σχολείο;
Ασύνδετο σχήμα: πηγαίναμε, πηγαίναμε, περάσαμε τα σοκάκια, φτάσαμε.


Σάββατο 22 Απριλίου 2017

Οι πιτσιρίκοι του Δημήτρη Ψαθά.


Θεματικά κέντρα: 
Η αγριότητα των Γερμανών και η αφέλειά τους.
Το θάρρος, η ευρηματικότητα των μικρών αγωνιστών της ελευθερίας.

Ενότητες: 1η: Γενάρης του 42… ο φόβος του είναι πράγμα άγνωστο, το αστείο η ζωή του: Το Γενάρη του 42 σε συνθήκες πείνας, κρύου και φόβου ο πιτσιρίκος αντιστέκεται.
2η:Βραδάκι στο Ζάππειο … Αφίτερζεν : Μια ομάδα πιτσιρίκων ξεγελούν ένα Γερμανό στρατιώτη και του κλέβουν με πονηριά τις ρεζέρβες του αυτοκινήτου.
3η Κι ο Κύκλωπας … έγιναν άφαντοι: Η αποκάλυψη της απάτης και η εξαγρίωση του Γερμανού στρατιώτη.

Αφηγηματικοί τρόποι:
Ποιος αφηγείται, σε ποιο πρόσωπο, συμμετέχει στην  υπόθεση;

·         Η αφήγηση γίνεται σε τρίτο πρόσωπο (τριτοπρόσωπη), Ο αφηγητής δεν συμμετέχει στην ιστορία (ετεροδιηγητικός). Όμως σχολιάζει και είναι παρών γνωρίζοντας όλα όσα συμβαίνουν και  εξωτερικά αλλά και εσωτερικά, αφού γνωρίζει τις σκέψεις των ηρώων. Είναι παντογνώστης αφηγητής.

·         Σε ορισμένα  σημεία  ο αφηγητής  απευθύνεται στον αναγνώστη στο  β΄  πρόσωπο  ενικού αριθμού:

Νομίζεις πως το κρύο, η πείνα και ο φόβος αγωνίζονται ποιο απ’ τα τρία αυτά κακά θα καταφέρει να γονατίσει μια ώρ’ αρχύτερα τον αναιδέστατον αυτό λαό, που σε πείσμα κάθε λογικής εξακολουθεί να ζει και να υπάρχει.

Γιατί εκείνοι χυμούν σαν αετοί ακριβώς τη στιγμή που δεν τους περιμένεις και οι ρεζέρβες κάνουν φτερά. 

Με τη χρησιμοποίηση του  β΄  προσώπου  ο αφηγητής   βάζει στην υπόθεση και τον αναγνώστη, τον  οικειοποιείται  για να τον  κάνει συμμέτοχο. Το ύφος  στα σημεία αυτά γίνεται οικείο και φιλικό.
  • Η χρήση του Ενεστώτα δίνει την εντύπωση πως τα γεγονότα διαδραματίζονται τώρα  εξαφανίζοντας την χρονική απόσταση από το παρελθόν.

  • Χρησιμοποιούνται διάλογοι που δίνουν ζωντάνια και παρουσιάζουν την εσωτερική σκέψη των  πρωταγωνιστών.
 Οι διάλογοι είναι χιουμοριστικοί και παραστατικοί με αποτέλεσμα το αφήγημα να μοιάζει με θεατρική παράσταση (θεατρικότητα).

  • Ο αφηγητής χρησιμοποιεί σχόλια στα οποία  αναφέρεται κυρίως στον τρόπο σκέψης των Γερμανών  που υποτιμούν τους  Έλληνες  και  πιστεύουν στην ανωτερότητα της δικής τους φυλής, της Αρείας φυλής, σύμφωνα με  το κήρυγμα του Χίτλερ. Ο  συγγραφέας  ειρωνεύεται  τον Γερμανό στρατιώτη, αφού ακόμη κι ένα μικρό παιδί μπορεί να τον ξεγελάσει.
        
 Τα ξέρει αυτά ο κάθε Γερμανός που του εμπιστεύθηκαν αυτοκίνητο, γιατί πολλά είδαν και πάθαν όλοι τους από τους σαλταδόρους.

Ξεκαρδίζεται ο Κύκλωπας. Τι κουτοί που είναι οι πιτσιρίκοι στην Ελλάδα! 

Τι παιχνιδιάρηδες που είναι οι πιτσιρίκοι στην Ελλάδα! 

Κουτοί και πεισματάρηδες που είναι οι πιτσιρίκοι στην Ελλάδα! Ένας πελώριος Γερμανός νιώθει την απέραντη υπεροχή του απέναντι σ’ αυτό το μικροσκοπικό χαζόπραμα και καθώς το βλέπει να τραβάει πάλι στο φανάρι για ν’ ανάψει, βρίσκει πως έχει δίκιο ο Χίτλερ να βραχνιάζει πως οι Γερμανοί είναι έξυπνος και περιούσιος λαός, που προορίστηκε από τη Θεία Πρόνοια να καβαλήσει όλους τους λαούς που είναι κουτοί. 
με τα οποία ειρωνεύεται την γερμανική ιδεολογία της υπεροχής που καταρρίπτεται από τα παιδιά:  τα ξέρει αυτά ο κάθε Γερμανός … η πονηριά είναι το όπλο τους. Η ανθρωπιά είναι πολυτέλεια περιττή … και τα μωρά. (σελίδα 82)



Τα πρόσωπα και ο χαρακτηρισμός τους.


Ο πιτσιρίκος:
  • Κεφάτος, φλύαρος, πειραχτήρι, μιμείται και σατιρίζει  τους Γερμανούς και Ιταλούς κατακτητές, τους οποίους δεν  δείχνει να φοβάται!
  • Αιφνιδιάζει,  επιτίθεται την ώρα που ο Γερμανός δεν τον περιμένει και αρπάζει από αυτόν ό,τι μπορεί: ρεζέρβες, ψωμί.
  • Αντιστέκεται  στον κατακτητή με  όπλο την πονηριά, γιατί αν  προσπαθήσει να επιτεθεί  δοκιμάζει την βία και την κακοποίηση: Στις αρχές που πρωτομπήκαν, παιδιά πετροβόλησαν ένα αυτοκίνητο. Λυσσασμένος φρενάρισε και κατέβηκε ο Γερμανός. Έπιασε ένα. Άδραξε το χέρι του παιδιού, το ’φερε στο γόνατό του και το ’σπασε, όπως σπάζεις ένα ξύλο.
  • Οι πιτσιρίκοι ενδιαφέρονται να  αρπάξουν ένα ξεροκόμματο από το γερμανικό φαγητό αλλά δεν αρκούνται σε αυτό. Προχωρούν σε οργανωμένες επιθέσεις. Σύμφωνα με τον συγγραφέα: ενδιαφέρεται πώς θα στραβώσει αυτόν το φοβερό Κύκλωπα, που τρέμει όλος ο κόσμος.
  • Γίνεται λοιπόν, πολυμήχανος,  ευρηματικός αναζητώντας  τρόπους να παγιδεύσει τον Γερμανό φρουρό. Χρησιμοποιεί  την ειρωνεία και το χιούμορ, κάνει τον  γελωτοποιό, αρκεί να ξεγελάσει τον αντίπαλο.  Ο ομηρικός ήρωας τούτη τη φορά είναι ένα παιδάκι δέκα χρόνων. 
  •  Η δύναμή του πηγάζει από την παρέα του. Όπως ο Οδυσσέας στηριζόταν στους συντρόφους του, έτσι και ο πιτσιρίκος επιχειρεί  έχοντας  συνεργάτες,  μια  ολόκληρη παρέα παιδιών.

Ο Γερμανός: είναι βίαιος, απάνθρωπος, γνωρίζει μόνο την βία και την επιβολή. Θεωρεί ανώτερο τον εαυτό του αλλά  ταυτόχρονα παγιδεύεται και υποτιμά τους Έλληνες οι οποίοι αντιστέκονται. Με τη βία και την πείνα προσπαθεί να κάμψει την Αντίσταση των Ελλήνων. Απορεί μάλιστα γιατί οι Έλληνες  αντιστέκονται και δεν υποτάσσονται.
 Κακοποιεί ακόμη και μικρά παιδιά.
Ο  Γερμανός που φρουρεί το φορτηγό   είναι αφελής και ανόητος,  υποτιμά τον πιτσιρίκο: τι κουτοί που είναι οι πιτσιρίκοι στην Ελλάδα.
Ο συγγραφέας τον παρομοιάζει με τον Ομηρικό Κύκλωπα : εκπροσωπεί έναν  απολίτιστο και βίαιο  άνθρωπο που περιφρονεί τους αδύναμους. Η  ισχύς του που είναι η βία και η αγριότητα  νικιούνται από την ευφυΐα και  το πολυμήχανο πνεύμα  που εκπροσωπεί  ο  πιτσιρίκος,  ο Οδυσσέας της νεώτερης ελληνικής ιστορίας.

Οι Γερμανοί: βίαιοι και απάνθρωποι. Εξαναγκάζουν σε πείνα και εξαθλίωση τον ελληνικό λαό. Ο συγγραφέας αφηγείται το περιστατικό με το παιδί που του έσπασε το χέρι ένας Γερμανός και σχολιάζει σε άλλο σημείο: η ανθρωπιά είναι πολυτέλεια περιττή. Στο επεισόδιο με τον πιτσιρίκο εμφανίζονται αφελείς και εύπιστοι: τι κουτοί που είναι οι πιτσιρίκοι στην Ελλάδα. Αισθάνεται ανώτερος μόνο και μόνο επειδή είναι Γερμανός: έχει δίκιο ο Χίτλερ να φωνάζει πως οι Γερμανοί είναι έξυπνος και περιούσιος λαός. Όταν αποκαλύπτεται η κλοπή το χαμόγελό του χάνεται και τη θέση του παίρνει  η  έκπληξη και  στη συνέχεια  η οργή,  η λύσσα όπως  λέει ο συγγραφέας.

Αντιθέσεις :
*      ένας πελώριος Γερμανός  νιώθει την υπεροχή του απέναντι σε αυτό το μικροσκοπικό χαζόπραμα,
*       ένας ακήρυκτος πόλεμος ανάμεσα στα θηρία και στα πεινασμένα αλητάκια.

Παρομοίωση:
*      πιτσιρίκος – Οδυσσέας, Γερμανός – Κύκλωπας.
*      χυμούν σαν αετοί 


Μεταφορές:

*      οι ρεζέρβες κάνουν φτερά
*      το μυαλουδάκι της μαρίδας 



Σαλταδόροι:  οι  νέοι που πηδούσαν πάνω στα γερμανικά αυτοκίνητα και άρπαζαν τρόφιμα ή άλλα χρήσιμα αντικείμενα


Μιχάλη Γενίτσαρη, «Σαλταδόρος (Θα σαλτάρω)»

Ζηλεύουνε δεν θέλουνε ντυμένο να με δούνε
μπατίρη θέλουν να με δουν για να φχαριστηθούνε.

Θα σαλτάρω, θα σαλτάρω,
τη ρεζέρβα να τους πάρω.

Μα 'γω πάντα βολεύομαι γιατί τήνε σαλτάρω
σε καν' αμάξι Γερμανού και πάντα τη ρεφάρω.

Θα σαλτάρω, θα σαλτάρω,
τη ρεζέρβα να τους πάρω.

Μπενζίνες και πετρέλαια εμείς τα κυνηγάμε
γιατ' έχουνε πολλά λεφτά και μόρτικα περνάμε.

Σάλτα ρίξε τη ρεζέρβα
κάνε ντου και σήκω φεύγα.

Οι Γερμανοί μας κυνηγούν, μα 'μεις δεν τους ακούμε
εμείς θα τη σαλτάρουμε ώσπου να σκοτωθούμε.

Θα σαλτάρω, θα σαλτάρω,
τη ρεζέρβα να τους πάρω


Παλιό ρεμπέτικο τραγούδι του 1942

Τετάρτη 19 Απριλίου 2017

ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΛΟΥΣΤΡΙΝΙΑ


 Τα κόκκινα λουστρίνια     Ειρήνη Μάρρα
Περίληψη
            Ένα   παιδί  δουλεύει  σε ένα τσαγκαράδικο για να  μάθει την δουλειά αλλά και για να βοηθά την οικογένειά του. Θέλει να κατασκευάσει ένα ζευγάρι κόκκινα λουστρινένια γοβάκια με σκοπό να τα δωρίσει στην κόρη του δασκάλου. Ο νεαρός έχει γνωρίσει την κοπέλα στο σπίτι της όπου η μητέρα του εργάζεται ως  υπηρέτρια. Συμπάθησε τόσο πολύ την κοπέλα αυτή που ήθελε να της  φτιάξει και να της δωρίσει  τα παπούτσια για να κερδίσει την συμπάθειά της. Αφού μάζεψε τα χρήματα, αγόρασε το λουστρίνι και κατασκεύασε τα γοβάκια. Στο σπίτι του ενώ σκεφτόταν την κοπέλα και τη χαρά που θα έκανε από το δώρο του,  παρατήρησε την αδελφή του που ήταν συγκριτικά με την πρώτη φτωχοντυμένη και  λιγότερο όμορφη. Τότε αισθάνθηκε την ανάγκη να δώσει τα γοβάκια στην αδελφή του. Η επιλογή του αυτή τον έκανε να νιώσει πιο ώριμος και τον γέμισε με χαρά.

Ενότητες 

Πλαγιότιτλος

1η : Το χε βάλει από καιρό στο μάτι… παραμόνευε την ώρα
Ο νεαρός βιοπαλαιστής  σχεδιάζει και  πετυχαίνει την κατασκευή ενός ζευγαριού κόκκινων παπουτσιών από λουστρίνι.
2η :  Η κόρη του δασκάλου … ποιος  ξέρει
Ο σκοπός της κατασκευής των  κόκκινων λουστρινιών είναι να  κερδίσει την συμπάθεια της όμορφης κόρης του δασκάλου
3η  : Την κρίσιμη μέρα …  με το τραγούδι
Ο νεαρός βιοπαλαιστής δίνει τα παπούτσια στην φτωχή αδελφή του που χαίρεται πολύ.



Τα χαρακτηριστικά του διηγήματος είναι: Έχει μικρή έκταση
ü  Υπάρχει ένας κεντρικός ήρωας, ο νεαρός βιοπαλαιστής, και κάποια δευτερεύοντα πρόσωπα, η κόρη του δασκάλου, η αδελφή του. Ανάμεσα στα δευτερεύοντα πρόσωπα  δημιουργείται έντονη αντίθεση: όμορφη – άσχημη, πλούσια – φτωχή, θαρραλέα – δειλή κά. Η σύγκριση μεταξύ των δυο κοριτσιών επηρέασε καταλυτικά τον  κεντρικό ήρωα.
ü  Η αφήγηση είναι σύντομη, λιτή και πυκνή.  Δεν υπάρχουν πολλά  σχήματα λόγου και καλολογικά στοιχεία. Η  υπόθεση εξελίσσεται γρήγορα (πολλά ρήματα).
ü  Το διήγημα οργανώνεται γύρω από ένα βασικό στοιχείο πλοκής, τα κόκκινα γοβάκια.

 

Αφηγηματικοί τρόποι


Η αφήγηση γίνεται σε τρίτο πρόσωπο: το χε βάλει στο μάτι, περίμενε τη μέρα, την κοίταξε κτλ
(τριτοπρόσωπος αφηγητής)
Αυτός που αφηγείται την ιστορία (αφηγητής) δεν συμμετέχει στην ιστορία (ετεροδιηγητικός), αλλά  είναι παντογνώστης, δηλαδή γνωρίζει όλα όσα συμβαίνουν στην σκέψη και στην ψυχή του ήρωα.
Η αφήγηση αρχίζει  από τη μέση της ιστορίας (in media res) :το χε  βάλει από καιρό στο μάτι.
Η αφήγηση είναι πυκνή και λιτή.
Υπάρχουν  σύντομες περιγραφές: η περιγραφή της κατασκευής των παπουτσιών, η περιγραφή της κόρης του δασκάλου, η περιγραφή της  αδελφής, η περιγραφή του σπιτιού την ώρα του δείπνου.
Τόπος

Η αγορά, οι δρόμοι της πόλης όπου ο ήρωας αναζητά το σχέδιο για τα παπούτσια, το τσαγκαράδικο, ο χώρος του σπιτιού.

Ο κεντρικός ήρωας και η αλλαγή  του  (χαρακτηρισμός)
Ο νεαρός βιοπαλαιστής: φτωχός, εργατικός, φιλότιμος, έμπιστος, ικανός στην εργασία. Επιθυμεί πολύ να κατασκευάσει τα παπούτσια. Χαίρεται πολύ όταν τα καταφέρνει. Είναι ανυπόμονος να τα δωρίσει στην κόρη του δασκάλου. Λαχταρά  να δει την αντίδραση του κοριτσιού με την κρυφή ελπίδα πως θα ανταποκριθεί στα συναισθήματά του. Είναι ευτυχισμένος και τις ώρες της δουλειάς τραγουδά και εργάζεται με κέφι γεμάτος προσδοκίες και όνειρα.
Αισθάνεται  στενόχωρα και ψυχικά πιεσμένος στο σπίτι του. Παρατηρεί με  θλίψη την εικόνα της αδελφής του. Τότε, μέσα του συμβαίνει μια μεγάλη ψυχική μεταβολή. Συνειδητοποιεί ότι πρέπει να παραμερίσει την προσωπική του ευχαρίστηση, για να προσφέρει χαρά στην στερημένη αδελφή. Αναλαμβάνει με υπευθυνότητα το ρόλο του στοργικού αδελφού  και συνειδητοποιεί την αγάπη που τρέφει για την αδελφή του και την οικογένειά του. Η  πράξη του τον ωριμάζει. Η χαρά της αδελφής του μεταφέρεται και σε αυτόν. Αισθάνεται πιο δυνατός, πιο ώριμος, πιο έτοιμος να αναλάβει τα καθήκοντα της ζωής. 

Η ζωή στη Σύμη

Η ζωή στη Σύμη      Ευγενία Φακίνου, 


Θεματικά κέντρα

v  Οι ανάγκες  των  ανθρώπων που κατοικούν στα νησιά  του Αιγαίου.
v  Η αρχιτεκτονική  των σπιτιών  προσαρμόζεται  στις   ανάγκες   των κατοίκων
v  Η   εξοικονόμηση  του  νερού:  πολύτιμου αγαθού σε έλλειψη.
v  Οι κάτοικοι της Σύμης  ζουν συντροφιαστά  και  συνεργάζονται
v  Τα   παιχνίδια  των  παιδιών.

Ενότητες 1η Στη Σύμη … και κάθονται φρόνιμα: οι ασχολίες των γυναικών και των παιδιών στη Σύμη τα απογεύματα
                  2η Ο πατέρας κι η μάνα … τα σαπουνόνερα έξω: οι ασχολίες στην κουζίνα των σπιτιών  της Σύμης
                 3η Κάτω από το παράθυρο … και τις κουρελούδες: η πολύτιμη αξία του νερού και οι τρόποι εξοικονόμησής του.

Αφηγηματικοί τρόποι

Ποιος  μιλάει; Συμμετέχει στην  υπόθεση;
Η  ίδια η  ηρωίδα  του  μυθιστορήματος, η  Αστραδενή,   αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο  τις εμπειρίες της  από   την   Σύμη, στην οποία  μεγάλωσε. Η αφήγηση   γίνεται   σε   πρόσωπο α΄   ενικού (πρωτοπρόσωπη διήγηση).
Συμμετέχει στην ιστορία που αφηγείται καθώς είναι η πρωταγωνίστρια (ομοδιηγητικός αφηγητής).

Στα  χωρία   όπου υπάρχει  διήγηση  τα ρήματα  βρίσκονται  σε παρελθοντικούς χρόνους. Υπάρχουν αρκετοί χρονικοί προσδιορισμοί.
Στη Σύμη, τ’ απογεύματα πότε ερχότανε η Αλεμίνα στο δικό μας, πότε πηγαίναμε εμείς στης Ελένης, πότε όλες πηγαίναμε στο Ζωπιάκι. Oι μανάδες κάνανε τις δουλειές τους τις απογευματινές. Άλλη έπλεκε, άλλες κόβανε κουρέλια για κουρελούδες, άλλη έπλεκε νταντέλα. Εκτός κι αν είχανε δουλειά συντροφική. Της εποχής. Κι έπρεπε να δουλέψουν όλες μαζί. 
Εμείς, τα παιδιά, παίζαμε στην αυλή, αν ήταν καλοσύνη. Αλλιώς, καθόμαστε πάνω στον αποκρέβατο, στην κουζίνα που 'χει ζέστη, δίπλα τους. Και τα δυο μ' αρέσανε. Στις αυλές παίζαμε το κουτσό ή τ' αγάλματα ή τις κυρίες. Στην κουζίνα παίζαμε μαμά και παιδιά ή σχολείο. Είχε κι αυτό το γούστο του, γιατί, ενώ έπαιζες, άκουγες και τις μανάδες να κουβεντιάζουνε καθώς δουλεύανε. 

Στα χωρία  στα οποία κυριαρχεί  η  περιγραφή  τα ρήματα βρίσκονται  στον Ενεστώτα  χρόνο και  υπάρχουν πολλοί  προσδιορισμοί του τόπου.

Περιγραφή: η περιγραφή της κουζίνας, του αποκρέβατου, του τζακιού.
                Στη μια του άκρη έχει τον αποκρέβατο —ένα πατάρι, πες— μεγάλο και ψηλό ένα μέτρο. Ανεβαίνεις με τρία σκαλάκια. Έχει κι ένα κάγκελο στην άκρη. Αυτό βολεύει πολύ για να μην πέφτουν τα παιδιά που κοιμούνται όλα εκεί. Το στρώνουμε με ωραίες κουρελούδες και παίζουμε —ξυπόλητες για να μη λερώνουμε— μαμάδες και παιδιά. Από κάτω ο αποκρέβατος είναι αποθήκη.
                O πατέρας και η μάνα μου κοιμούνται ψηλά ψηλά, σ’ ένα κρεβάτι που ανεβαίνεις με δεκαπέντε σκαλιά. Στην άλλη άκρη του δωμάτιου είναι η τσιμιά, το τζάκι δηλαδή, και δίπλα η βρύση της στέρνας
                Σ’ εμάς, στη Σύμη, τα παράθυρα είναι αλλιώτικα. Το είδα αυτό μόλις μπήκα και μου ’κανε εντύπωση. Εδώ τα παράθυρα είναι, πώς να το πω, αδύνατα. Σ’ εμάς έχουνε ένα πολύ φαρδύ πρεβάζι απ’ τη μέσα μεριά. Εκεί ακουμπάμε διάφορα πράγματα. Μάλιστα, το ένα παράθυρο της κουζίνας έχει το πρεβάζι του φτιαγμένο νεροχύτη. Γέρνει, δηλαδή, λίγο προς τα έξω κι έχει μια τρύπα φαρδιά που διώχνει τα σαπουνόνερα έξω.

Σχόλια:
Το σαπουνόνερο είναι σπουδαίο για τα λουλούδια και τα λαχανικά. Λίπασμα, που λέει κι ο πατέρας. Και τα κάνει θρεφτάρια, να, μέχρι εκεί πάνω. Κι ούτε που πάει χαμένο, όπως εδώ. Εδώ, καλέ, πού το πετάνε τόσο νερό;… Δεν το λυπούνται;
Πάντως το στερνίσιο το νερό είναι το καλύτερο. Είναι θεοβρεχάμενο, που λένε οι παλαιοί. Είναι ωραίο, γλυκό νερό. Κάνει ωραία σαπουνάδα. Και στο λούσιμο είναι σπουδαίο. Τούτο της Αθήνας… κάπως μυρίζει… αλλιώτικο στο στόμα… σα φάρμακο…
Βέβαια, το νερό της στέρνας πρέπει να το προσέχεις. Θέλει καλό κουμάντο για να περάσεις το καλοκαίρι σου και να σου μείνει και λίγο να πλύνεις τις κουβέρτες και τις κουρελούδες…

Ήθος, χαρακτήρας
Η Αστραδενή   αναπολεί  με  αγάπη και νοσταλγία  την ιδιαίτερη πατρίδα της την Σύμη και νιώθει πως  στην  Αθήνα η ζωή δεν  είναι τόσο ωραία και ευχάριστη
Αναπολεί   τις  συντροφιές  της και τους φίλους που άφησε στη Σύμη,  τα παιδιά με τα οποία είχε μεγαλώσει μαζί  και  περιγράφει με   αγάπη τα  ομαδικά   παιχνίδια στη Σύμη.
Εκφράζει   την  άποψη πως  όλα στη Σύμη ήταν  καλύτερα: η αρχιτεκτονική των σπιτιών  ήταν προσαρμοσμένη  στις  ανάγκες των  κατοίκων και  ήταν  ευχάριστο να ζεις  μέσα σε ένα  σπίτι με μεγάλη κουζίνα όπου όλοι μαζί έκαναν  τις  εργασίες τους και  κρατούσαν παρέα. Στην Αθήνα η Αστραδενή  νιώθει πιο μόνη και κάπως  απομονωμένη στην ζωή της μεγαλούπολης.
Με  κριτική  διάθεση  απορρίπτει  την  αλόγιστη σπατάλη και κατανάλωση του νερού στην πόλη. Θεωρεί ότι   οι  Αθηναίοι δεν εκτιμούν  την αξία του νερού. Αντίθετα, νιώθει θαυμασμό για  τους τρόπους  εξοικονόμησης του νερού στη Σύμη,
                Είναι  έξυπνη και παρατηρητική. Μπορεί να αξιολογήσει τη ζωή στην  Αθήνα και τη Σύμη,  παρουσιάζοντας τη Σύμη να υπερέχει.
 
Αρχιτεκτονική (Πηγή Δήμος Σύμης)
Οι συγκρίσεις
                  Αθήνα
  Σύμη
Οι κουζίνες είναι μικρές άρα άβολες και στενόχωρες
Οι κουζίνες είναι μεγάλες και επιτελούν πολλές λειτουργίες στην ζωή των κατοίκων
Τα πρεβάζια των παραθύρων είναι μικρά
Τα πρεβάζια των παραθύρων είναι μεγάλα
Σπατάλη του νερού
 Αποθήκευση του νερού και λογική κατανάλωση
Το νερό δεν είναι ποιοτικό
Το νερό είναι πολύ καλό
Οι άνθρωποι δεν είναι τόσο δεμένοι,                          
υπάρχει μοναξιά και απομόνωση.
                                                            
Οι ρυθμοί ζωής είναι έντονοι και αγχώδεις

Τα παιχνίδια των παιδιών
Κουτσό, αγάλματα, τις κυρίες, μαμά και παιδιά,  σχολείο.

Οι σχέσεις των ανθρώπων
Είναι απλές, φιλικές, ζεστές, οικείες.
Συνεργάζονται για να φέρουν σε πέρας τις εργασίες τους, βοηθούν ο ένας τον άλλο, έτσι κάνουν παρέα και δεν αισθάνονται μοναξιά. Τα παιδιά μεγαλώνουν κοντά στους μεγάλους, παρακολουθούν από κοντά την ζωή των γονιών και συμμετέχουν. Τα παιχνίδια τους είναι παιχνίδια ρόλων της ζωής των μεγάλων.

Η  πορεία της σκέψης της Αστραδενής /
Θυμάται…
Τα παιχνίδια με τις φίλες της στη Σύμη     -      τα παιχνίδια γίνονταν στην κουζίνα     -      περιγράφει την κουζίνα          η κουζίνα της θυμίζει τον αποκρέβατο       -    ο αποκρέβατος της θυμίζει τα υπόλοιπα παιχνίδια.

Θυμάται το τζάκι     -   το άναβαν μόνο τα Χριστούγεννα      -  οι καλλικάντζαροι
Ο νεροχύτης, η στέρνα     -     την οικονομική χρήση του νερού και την νοστιμιά του βρόχινου νερού.

Ξεκινά από μια σκέψη που την οδηγεί να θυμηθεί τις φίλες της και τα απογεύματα που περνούσαν μαζί.
Μετά θυμάται το χώρο που περνούσαν μαζί το χρόνο τους, την κουζίνα, και αρχίζει να την περιγράφει.
 Η σκέψη για την κουζίνα την κάνει να θυμηθεί τον αποκρέβατο και τα παιχνίδια των παιδιών σε αυτόν.
Μετά θυμάται τα παράθυρα και το νεροχύτη οπότε αυτή η σκέψη την οδηγεί στο νερό και στη σύγκριση της χρήσης του ανάμεσα στην Σύμη και στην Αθήνα.
Η σκέψη της ηρωίδας λειτουργεί συνειρμικά, η μία σκέψη την οδηγεί σε μία άλλη.

Συνειρμός  = συνειρμός ο [sinirmós] Ο17 : 1.(ψυχ.) η ιιδιότητα που έχουν τα ψυχικά φαινόμενα, δηλαδή τα συναισθήματα, οι παραστάσεις, οι σκέψεις κτλ. να συνδέονται μέσα στη συνείδηση με βάση τους νόμους της ομοιότητας, της αντίθεσης, του συγχρονισμού και της διαδοχής, χωρίς την επέμβαση της βούλησης: ~ παραστάσεων, όταν ο σχηματισμός μιας παράστασης στη συνείδηση αναπλάθει και όλες τις άλλες με τις οποίες έχει συνδεθεί. Λογικός~. 2. το σύνολο των ιδεών ή των παραστάσεων που ανακαλεί στη συνείδηση ο συνειρμός: H αναφορά στα γεγονότα του πολέμου μάς προκαλεί δυσάρεστους συνειρμούς. (ΛΚΝ)

 
Τα  πρεβάζια στη Σύμη είναι μεγάλα... 
Εκφραστικά μέσα
Μεταφορές: τα παράθυρα είναι αδύνατα, να διώξει το κακό από το σπίτι, τα κάνει θρεφτάρια
Παρομοιώσεις: σαν φάρμακο
Επίθετα: μεγάλο, συντροφική, ψηλό, ωραίες

Τρίτη 18 Απριλίου 2017

ΤΟ ΠΙΟ ΓΛΥΚΟ ΨΩΜΙ

Το πιο γλυκό ψωμί: Λαϊκό παραμύθι.
            Τα χαρακτηριστικά του παραμυθιού: η προφορικότητα της αφήγησης, η απλότητα του μύθου, η ανθρωπιστική διάθεση, η εκφραστική λιτότητα, η διδακτική πρόθεση (η αξία της εργασίας για τον άνθρωπο).
            Ο ρόλος του παραμυθιού σε όλους τους λαούς
·         Ψυχαγωγικός σε ώρες εργασίας, ταξιδιών, οικογενειακών συγκεντρώσεων
·         Αύξησε τις γνώσεις και πλάτυνε τη φαντασία των ανθρώπων
·         Καλλιέργησε την αφήγηση και  ήταν ο πρόδρομος της λογοτεχνίας
Είδη παραμυθιών: μυθικά, εξωτικά, θρησκευτικά, σατιρικά κά.
Βασικοί αφηγηματικοί τρόποι: αφήγηση (ο αφηγητής διηγείται την ιστορία), διάλογοι, περιγραφή.
Αφηγηματικά μοτίβα: τα επιμέρους θέματα της ιστορίας : εδώ:
πρόβλημα =  ανορεξία – συμβουλή – δοκιμασία & ικανοποίηση.
Το πρόβλημα είναι η ανορεξία του βασιλιά για τα πλούσια φαγητά του παλατιού. Η λαϊκή θυμοσοφία με τη μορφή του γέροντα συστήνει το γλυκό ψωμί, το βασικό φαγητό των απλών ανθρώπων. Το γλυκό ψωμί κερδίζεται με τη δουλειά και το μόχθο από την καλλιέργεια της γης. Η δοκιμασία του βασιλιά στις τρεις μέρες σκληρής δουλειάς θα του χαρίσει την πολυπόθητη όρεξη και θα δώσει νόημα και  χαρά στην ζωή του. Το μοτίβο της δοκιμασίας είναι συνηθισμένο και στους αρχαίους μύθους  όπως οι άθλοι του Ηρακλή, ο μύθος του Ιάσονα κά.
Οι ανθρώπινοι χαρακτήρες: ο βασιλιάς ενώ στην αρχή εμφανίζεται αυταρχικός και απειλητικός, στη συνέχεια υπακούει στις παραινέσεις του σοφού γέροντα, ημερεύει και γίνεται ευτυχής. Ο αφηγητής φέρνει την αφήγηση στα μέτρα των ακροατών και εύχεται: « μακάρι να τρώαμε και μεις έτσι!»

ΑΝΕΜΟΜΥΛΟΣ ΜΕ ΦΟΝΤΟ ΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ

Αφηγηματικοί τρόποι

Λιτή αφήγηση με παρατακτική σύνδεση και γλώσσα απέριττη  με εκφράσεις του προφορικού λόγου: του πουλιού το γάλα, καρφάκι δεν μου καίγεται, πέσανε ξεροί.

Λέξεις κεφαλονίτικης διαλέκτου: ολάκερη, δάρτης, συφωνία, ορμήνεια, ποδέθηκε, πάλε, περσότερο.

Φυσικοί, ζωντανοί και βιωματικοί διάλογοι.


Περιγραφή του βασιλιά: το πρόσωπό του έγινε κατακόκκινο από τη χαρά. Σκηνές από την αγροτική ζωή.


Προφορικότητα: κουβεντιαστός τόνος, χρήση του α΄  προσώπου πληθυντικού, δείχνει έτσι ότι  κάποιος λέει το παραμύθι σε κάποιον άλλο, συνήθως  ο παππούς στο εγγόνι: «που λέει ο λόγος», «να μην τα πολυλογούμε», «κι ο βασιλιάς, παιδί μου», «που μακάρι να τρώαμε κι εμείς έτσι!»

Θεματικά κέντρα

·         Η δυστυχία της απραξίας. Εκφράζεται αλληγορικά ως ανορεξία.
·         Η σοφία και η  εσωτερική γαλήνη του βιοπαλαιστή
·         Το ψωμί ως  προϊόν και αμοιβή του ανθρώπινου μόχθου.

Ενότητες

1η Κάποτε … που λέει ο λόγος: Η ανορεξία του βασιλιά
2η Όπου κάποια μέρα … να μου πάρεις το κεφάλι : Η συμβουλή του γέροντα

3η Κι ο βασιλιάς … κι εμείς έτσι: Η δοκιμασία του βασιλιά και η λύση του προβλήματος


Χαρακτήρες

Βασιλιάς: ο χαρακτήρας του δεν είναι σταθερός αλλά μεταβάλλεται. Στην  αρχή εμφανίζεται
αυταρχικός, αδιάφορος για το λαό, απροβλημάτιστος, ανώριμος, τεμπέλης.

Η αρρώστια του τον κάνει   δυστυχισμένο, φοβισμένο, ανήμπορο. Καταφεύγει στο γέρο σοφό. Απαρνιέται τα πλούτη, ταπεινώνεται, δουλεύει σκληρά, καταφέρνει να κερδίσει την ευτυχία.
Το θετικό στοιχείο στον χαρακτήρα του είναι ότι  δέχθηκε να αλλάξει τον τρόπο της ζωής του, όταν  κατανόησε  ότι  μόνο με την εργασία και την προσφορά προς τους άλλους  μπορεί κάποιος να είναι ευτυχής.

Ο γέροντας  είναι  σοφός, υπομονετικός στη σχέση με το βασιλιά, μοχθεί σκληρά χωρίς να φοβάται τη δουλειά.

Παρόλο που ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και σε διαφορετική ηλικία συνεργάζονται και γίνονται καλοί φίλοι.

Παρασκευή 14 Απριλίου 2017

ΝΙΝΕΤ

Ζωρζ  Σαρή,  Νινέτ.

Ενότητες
1η Ξημέρωνε … θα ξυπνήσεις τη μικρή: η αγωνία της Έμμας και η αποκάλυψη των συναισθημάτων της για την Νινέτ.
2η Η μικρή δεν κοιμόταν… είναι το θαύμα της ζωής μου: η Νινέτ ακούει κρυφά την εξομολόγηση της μητέρα της
3η Οι λέξεις … μανούλα: η απαλλαγή της Νινέτ  από τον παιδικό εφιάλτη.

Αφηγηματικές τεχνικές
Αφήγηση:
Ποιος   μιλάει; ο  αφηγητής    τοποθετείται έξω από την ιστορία που διηγείται , είναι δηλαδή  εξωδιηγητικός . Η αφήγηση γίνεται  σε τρίτο πρόσωπο , ο  αφηγητής είναι παντογνώστης, γνωρίζει  τις σκέψεις και τα συναισθήματα  της  ηρωίδας (Νινέτ).
Ο αφηγητής συμμετέχει στην ιστορία; Ο αφηγητής δεν μετέχει καθόλου ως πρόσωπο στην ιστορία που αφηγείται,  είναι ετεροδιηγητικός .
Περιγραφή: Με  την  περιγραφή   ο  συγγραφέας   στήνει το σκηνικό της δράσης και  δίνει πληροφορίες που  κάνουν πιο κατανοητή την  υπόθεση.  Επιβραδύνει την  εξέλιξη προκαλώντας  αγωνία και αναμονή στον αναγνώστη. Στην πρώτη παράγραφο περιγράφει το Παρίσι καθώς το τρένο πλησιάζει σε αυτό. Στην περιγραφή χρησιμοποιεί  πολλά επίθετα και  μετοχές ως  επιθετικούς προσδιορισμούς.  
Σπίτια ομοιόμορφα με κεραμιδένιες δίριχτες σκεπές, καμινάδες να καπνίζουν κι ο ψηλόλιγνος καπνός τους να σμίγει με την πρωινή ομίχλη. Mικροί ασθενικοί κήποι φραγμένοι, δέντρα απογυμνωμένα από τα φύλλα τους και στην άκρια του δρόμου, στη φυλασσόμενη διάβαση, πίσω από την μπάρα, ακίνητοι, άντρες, γυναίκες, με τα ρούχα της δουλειάς, αγουροξυπνημένοι, να κοιτούν την ταχεία να περνά. 
H μαμά ξεπρόβαλε από την κάτω κουκέτα με το μεσοφούστανο να της σφίγγει τη μέση και με τους απαλούς της ώμους γυμνούς να φέγγουν στο γκριζωπό πρωινό. 

Σχόλιο: γνώμες, κρίσεις, σχόλια του αφηγητή που οδηγούν σε γενικεύσεις.
Ο αφηγητής σχολιάζει τη ζωή των ανθρώπων: να ονειρεύονται χώρες… στη σύντομη ζωή τους.


Διάλογος: Διάλογος σε αφηγηματικό κείμενο, όπου αποδίδεται πιστά ο λόγος των προσώπων (ύφος, ιδίωμα, λεξιλόγιο κτλ.) με τη χρήση παύλας /εισαγωγικών.
Προσδίδει στην αφήγηση δραματικότητα, φυσικότητα και ζωντάνια. Συντελεί στην πειστικότερη διαγραφή των χαρακτήρων - τα πρόσωπα αποκτούν αληθοφάνεια.

ΧΡΟΝΟΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ
Ως προς τη σειρά /τάξη {η σχέση ανάμεσα στη χρονική διαδοχή των γεγονότων στην ιστορία και τη διάταξή τους στο κείμενο} · Ευθύγραμμη σειρά - χρονική ακολουθία. · Αναχρονία - παραβίαση χρονικής σειράς, ασυμφωνία ΧΙ και ΧΑ: O Ανάληψη (flashback): αναδρομική αφήγηση γεγονότων που είναι προγενέστερα από το σημείο της ιστορίας όπου βρισκόμαστε.

Η χρονική σειρά είναι κανονική, ευθύγραμμη ή παραβιάζεται με αναχρονίες, αναδρομές δηλαδή και πρόδρομες αφηγήσεις;)
Η λειτουργία του χρόνου: η εξέλιξη ακολουθεί κανονική  χρονική σειρά, τα γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο. Όμως υπάρχουν και αφηγηματικές αναδρομές: η Έμμα γυρίζει στο παρελθόν και θυμάται τη γέννηση της Νινέτ. Η Νινέτ γυρίζει στο παρελθόν επίσης και θυμάται τα γεγονότα με τον Κόλια στη Μοτοβίλοφσκα. Αυτή η αναδρομή είναι σημαντική γιατί είναι αποκαλυπτική για την ζωή της Νινέτ.


Εκφραστικά μέσα
Εικόνες: τα περίχωρα του Παρισιού,
Εικόνες  από  το ονείρου  της  Νινέτ.

Μεταφορές:
·         H απόφασή μου να την διώξω —δική μου ήταν η απόφαση— βαραίνει την καρδιά μου,
·         την ευτυχία που με πλημμύρισε
·         θα σου ανοίξω την καρδιά μου
       μέσα από τις χαραμάδες των κλειστών ματιών 
·         με την καρδιά να φτερουγάει,
·         λέξεις ελαφριές, πουπουλένιες,
·         το πέπλο του θυμού σκίζεται,
·         οι λέξεις τρυπώνουν,
·         ο κόμπος λύθηκε
Παρομοίωση: σαν να περίμενε να ανακαλύψει ένα μυστικό , τις λέξεις που ο χαζο-Kόλιας τής έμπηξε σαν καρφιά στην καρδιά
Προσωποποίηση: Oι μαγικές λέξεις της μαμάς μπαίνουν πλάι και μετριούνται με το χτες, οι λέξεις χαϊδεύουν τα μάγουλά της.


Kοσμοπολιτισμός : ο τρόπος ζωής και σκέψης του κοσμοπολίτη, που χαρακτηρίζεται από τα συχνά ταξίδια στις μοντέρνες, κυρίως, μεγαλουπόλεις και από την άνετη προσαρμογή σε διαφορετικές κάθε φορά νοοτροπίες, αντιλήψεις και συνήθειες.Στο απόσπασμα αναφέρονται πολλές πόλεις του εξωτερικού: Παρίσι, Σαιν Λουί, Κωνσταντινούπολη, Μοτοβίλοφσκα. Η Έμμα  είχε  γεννηθει στο Σαιν Λουί και είχε σπουδάσει στη σχολή Καλογραιών στο Παρίσι, όπου πρόκειται να φοιτήσει τώρα κι η Νινέτ.  Η Νινέτ  γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη αλλά ως παιδί έζησε και στη Μοτοβίλοφσκα.  Γενικά ,  η οικογένειά της ταξιδεύει συχνά για δουλειές ή για σπουδές.
Οι πρωταγωνιστές έχουν ξενικά ονόματα: Έμμα, Πρόσπερ, Νινέτ που δείχνουν την γαλλική τους καταγωγή.
Το τέχνασμα
Η συγγραφέας χρησιμοποιεί ένα κόλπο, ένα τέχνασμα για να  αλλάξει την υπόθεση. Ενώ  η Νινέτ  κάνει πως κοιμάται και κρυφακούει, η Έμμα αποκαλύπτει τη μεγάλη της αγάπη γι αυτήν. Έτσι, όλοι οι φόβοι της Νινέτ  που της δημιούργησε ο Κόλλιας, ότι δήθεν δεν ήταν γνήσιο παιδί της Έμμας,  διασκορπίστηκαν και στη θέση τους μπήκε η χαρά και η ανακούφιση,


Χαρακτήρες
Έμμα: άνθρωπος ευαίσθητος, ενδιαφέρεται ζωηρά για την κόρη της, τρέφει απέραντη αγάπη προς αυτήν, στοργή, τρυφερότητα. Αυτό αποδεικνύεται από το ότι τη στέλνει να φοιτήσει σε καλό σχολείο του Παρισιού, επίσης από το ότι ζητά από τον αδερφό της να μιλά σιγά για να μην την ξυπνήσει, αλλά και χρησιμοποιεί υποκοριστικά όταν μιλά για την «κουρασμένη» κόρη της («το κοριτσάκι μου»,, «η καημενούλα», «το Νινετάκι μου»). Τέλος, η ίδια η Εμμα ομολογεί πως κάθε φορά που ξυπνούσε σκεφτόταν την κόρη της, εξόριστη στις καλόγριες, γιατί θα μπορούσε να φοιτήσει στην Αθήνα σε σχολείο. Στο σημείο μάλιστα τούτο εκφράζει τη μεγάλη ευθύνη, τις τύψεις της, την απελπισία που βαραίνει την καρδιά της για την απόφασή της να στείλει την κόρη της σε σχολείο καλογραιών. Νοσταλγικά  γυρνά τη μνήμη της στη γέννηση της Νινέτ, σκηνή που αποκαλύπτει για μια ακόμη φορά την χωρίς όρια αγάπη της, την αδυναμία της, τη στοργή, τη λατρεία προς την κόρη της. Ευαίσθητη, τρυφερή μητέρα, υπεύθυνη. Διχάζεται στο ρόλο της ως μητέρα που δεν θέλει να αποχωριστεί την κόρη και στην υποχρέωσή της να προσφέρει μόρφωση στην κόρη της. Αισθάνεται τύψεις για τον αποχωρισμό και μεγάλη στενοχώρια.

Νινέτ: βασανίζεται για χρόνια  από τον παιδικό της εφιάλτη που δημιουργήθηκε από ένα τυχαίο γεγονός. Νομίζει πως δεν είναι το αληθινό παιδί της Έμμας και πως έχει υιοθετηθεί. Ήταν δυστυχισμένη ως τώρα που αποκαλύπτεται πως ό,τι πίστευε ήταν ένα μεγάλο ψέμα. Λυτρώνεται  από αυτό και η χαρά της είναι απίστευτη. Η ανασφάλειά της εξανεμίζεται, οι φόβοι της διαλύονται, ο θυμός και η πίκρα δίνουν τη θέση τους στην χαρά και την επιβεβαίωση.


Τρίτη 11 Απριλίου 2017

Ο ΣΑΡΛΟ ΚΑΙ ΤΟ ΑΘΑΝΑΤΟ ΝΕΡΟ

«Ο Σαρλό και το αθάνατο νερό »         Ντίνος   Δημόπουλος
Τόπος: Το χωριό  Κοχύλι, στον Αμβρακικό, κοντά στην Άρτα.
Χρόνος:  1925-1930
Θεματικά κέντρα
1.       Ο τρόπος  διασκέδασης των  ανθρώπων της εποχής και οι  πρώτες εμπειρίες  ενός παιδιού  από την γνωριμία με τον κινηματογράφο
2.       Ο μαγικός κόσμος του  βουβού κινηματογράφου.

Δομή / Ενότητες
1η Ο Πέτρος … ψεύτικα είναι, είπε:    Η διαδρομή από το Κοχύλι στην Άρτα
2η Έμπαιναν …  το έργο:                 Είσοδος  στην πόλη της Άρτας
3η Φτάσανε ..ελάτε παιδιά:         Η άφιξη στο σινεμά
4η Ξύπνησε …πεισμωμένος αυτός:           Η αναμονή μέσα στο σινεμά  για την έναρξη της ταινίας
5η Βρήκε την ώρα… για το φθισικό παιδί:   Η παρακολούθηση της ταινίας και οι εντυπώσεις του Πέτρου.


Τα  συναισθήματα  του Πέτρου.
Όταν προετοιμάζεται…
Αγωνία,  ανυπομονησία, περιέργεια, απορία.

Κατά την διαδρομή προς την Άρτα
Ντροπή και συστολή  προς τους γονείς της Ανθούλας, θαυμασμός για την εμφάνιση της Ανθούλας. Ανησυχία .

Μπροστά στον κινηματογράφο
Η ανυπομονησία του αυξάνεται και  νιώθει θαυμασμό  για όσα  βλέπει για πρώτη φορά

Καθώς  παρακολουθεί την ταινία
«Μαγεύεται» από την ταινία, λυπάται για  το μωρό, νιώθει αγωνία. Απορεί γιατί το εγκατέλειψε η μητέρα του. Αντιπαθεί  τους «κακούς ανθρώπους»  που είχαν απαγάγει το μωρό.  Νιώθει χαρά  και ανακουφίζεται ψυχικά, όταν το μωρό σώζεται.

Στο τέλος της ταινίας
προσπαθεί να πλησιάσει το Σαρλό και να του ζητήσει να φέρει το αθάνατο νερό, για να γιατρευτεί ο άρρωστος φίλος του, ο Πάνος. Αφελής  αλλά και συναισθηματικός και ευαίσθητος, ενδιαφέρεται για τον  φίλο του.


2. Στο κείμενο αυτό, υπάρχουν αρκετά στοιχεία που προέρχονται από άλλες, περασμένες εποχές, τα οποία έχουν χαθεί στην εποχή μας. Τα στοιχεία αυτά είναι τα ακόλουθα:
α. Η καλή και επίσημη ενδυμασία των παιδιών, όταν επρόκειτο να πάνε στον κινηματογράφο («Του σιδέρωνε τα ναυτικά του,  του γυάλισε τα παπούτσια, του μαντάρισε τις ριγέ του τις κάλτσες»).



β. Η ύπαρξη ενός οδηγού (σοφέρ), μια διαδεδομένη συνήθεια για τις οικογένειες των πλουσίων. Ο «Ντούλα-Καρανάσος  οδηγεί  μια παλιά Σεβρολέτ κορνάρει με τη καραμούζα.




γ. Η μετακίνηση στη μεγάλη πόλη, για να παρακολουθήσει κάποιος θερινό σινεμά, συνήθως  γουέστερν  («είναι καλεσμένος του κυρίου τελώνη να πάνε στην Άρτα, στον κινηματογράφο, να δούνε τον …

δ. Η σκηνή με τον Πέτρο μπροστά από τον κινηματογράφο και με τις απορίες του, σχετικά με τον τρόπο προβολής του έργου («Ο Πέτρος πετάχτηκε όξω ξαναμμένος … αυτό είναι ο κινηματογράφος. Θα δεις…»).
ε. Οι παραστάσεις του θεάτρου σκιών, ο Καραγκιόζης (εικόνα),  
που άλλοτε αποτελούσε το βασικό τρόπο διασκέδασης των παιδιών («Αυτός είχε δει Καραγκιόζη, ήξερε πως ήταν φιγούρες που τις κουνούσε πίσω από το πανί ο Μιχάλαρος, ο καραγκιοζοπαίχτης»).

στ. Ο πασατεμπάς   και ο καφετζής, οι οποίοι κυκλοφορούσαν μέσα στον χώρο του κινηματογράφου, για να πουλήσουν τα προϊόντα τους («Πέρασε ο πασατεμπάς … λιγότερο πασατέμπο», «ο πασατεμπάς διαλαλούσε τον πασατέμπο του», «Κι ύστερα ανάψανε τα φώτα και φώναξε ο πασατεμπάς … «Κρύες παγωμένες!»).

Αφηγηματικές τεχνικές
Διήγηση: εξιστόρηση γεγονότων, αφήγηση (ο αφηγητής περιγράφει τι συνέβη με δικά του λόγια ή εκθέτει σκέψεις και συναισθήματα των προσώπων, χωρίς άμεση παράθεση των λόγων τους). (Μαρία Παπαλεοντίου Φιλόλογος - Λειτουργός Π.Ι.Κ.)

 Αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο. Ο αφηγητής δεν συμμετέχει στην ιστορία (ετεροδιηγητικός) αλλά είναι παντογνώστης αφηγητής, γνωρίζει τις σκέψεις των ηρώων και τα συναισθήματά τους.

Διάλογος: - Διάλογος σε αφηγηματικό κείμενο, όπου αποδίδεται πιστά ο λόγος των προσώπων (ύφος, ιδίωμα, λεξιλόγιο κτλ.) με τη χρήση παύλας /εισαγωγικών. Προσδίδει στην αφήγηση δραματικότητα, φυσικότητα και ζωντάνια. Συντελεί στην πειστικότερη διαγραφή των χαρακτήρων - τα πρόσωπα αποκτούν αληθοφάνεια. Προσιδιάζει στην ανθρώπινη ιδιότητα του αφηγητή, που δεν μπορεί να είναι παντογνώστης. Ο αναγνώστης αντλεί μέσω του διαλόγου πληροφορίες για πρόσωπα και γεγονότα. Εξυπηρετεί την εξέλιξη της δράσης - προετοιμάζει σκηνές που θα ακολουθήσουν (Μαρία Παπαλεοντίου Φιλόλογος - Λειτουργός Π.Ι.Κ.)

Μεταξύ των παιδιών:  αποκαλύπτει  τον  τρόπο σκέψης του Πέτρου και της Ανθούλας, την αφέλεια  των παιδιών και παρουσιάζει  τα συναισθήματά τους και τον χαρακτήρα τους.


Περιγραφή: λεπτομερής απόδοση, αναπαράσταση τόπων, καταστάσεων και χαρακτήρων. (Μαρία Παπαλεοντίου Φιλόλογος - Λειτουργός Π.Ι.Κ.)


Περιγραφές: το ντύσιμο της Ανθούλας, η εικόνα  της  πόλης  της Άρτας με τους πλανόδιους πωλητές, ο κινηματογράφος…


Εκφραστικά μέσα
Μεταφορές: δεν έπαιρνε τα μάτια της από πάνω της, έβλεπε με μάτια αχόρταγα, η μυρωδιά της γαλατόπιτας του χτύπησε τη μύτη.

Παρομοιώσεις: ήταν ντυμένη σαν μεγάλη κυρία, ένα αυτοκίνητο σαν του Ντούλα Καρανάσου.


Λίγα  λόγια για την ταινία «το Χαμίνι»..

Υπόθεση
Ο Τσάρλι Τσάπλιν βρίσκει ένα εγκαταλελειμμένο μωρό και το φροντίζει. Καθώς μεγαλώνει γίνεται συνεργάτης του στις απατεωνιές. Τελικά, οι κοινωνικές υπηρεσίες προσπαθούν να του πάρουν το παιδί, και η ταινία ύστερα από μια απελπισμένη αναζήτηση καταλήγει σε μια συναισθηματική επανασύνδεση.
(Clickatlife)

Ασκήσεις
1.     Ποιος μας λέει την ιστορία, ποιος μιλάει και σε ποιο πρόσωπο;
2.     Συμμετέχει ως πρόσωπο ο αφηγητής στην ιστορία ή όχι; Ο αφηγητής είναι ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας;
3.     Ο αφηγητής είναι παντογνώστης ;(μηδενική εστίαση)
4.     Ποιες αφηγηματικές τεχνικές είναι χρησιμοποιεί ο  συγγραφέας; (διήγηση /περιγραφή /σχόλιο αφηγητή /μονόλογο - εσωτερικό μονόλογο /διάλογο ; Τι εξυπηρετούν και πώς λειτουργούν οι συγκεκριμένες τεχνικές;

5.     Να αφηγηθείς τι συνέβη μέσα στον κινηματογράφο  από την οπτική γωνίας της Ανθούλας.